Περιμένοντας την Παρασκευή

Περιμένοντας την Παρασκευή

Μέρος πρώτο

Κυριακή μεσημέρι. Η γυναίκα μόλις έχει γυρίσει απο το μπάνιο της στη θάλασσα. Δεύτερη μέρα ξεκούρασης, ύστερα απο το προηγούμενο πιεστικό και αγχωτικό πενθήμερο της εργασίας. Το ζευγάρι απολαμβάνει τις τελευταίες ώρες, πρίν πέσει για ύπνο. Την επομένη ρίχνονται καί οι δύο πλέον στη μάχη της ρουτίνας και της επιβίωσης. Δέν χωράνε πολλά λόγια σ’αυτό. Ο καθένας συντροφιά με τα πράγματά του, ο καθένας χαμένος στις σκέψεις του. Η γυναίκα παρέα με τον πιό πιστό σύντροφό της, τα τσιγάρα της. Ο άνδρας απορροφημένος απο τις φανατικές σκέψεις του, τρώγεται με το είναι του και το περιβάλλον γύρω του ακούγοντας πάντα την ξεχασμένη μουσική του. Τη μουσική, που δέν αντέχει η γυναίκα του. Μοναδική του διέξοδος απο την αδιέξοδη ζωή που έμπλεξε, η έκφρασή του και οι ιδέες του, όσο κι άν αυτές επηρρεάζουν αρνητικά την συνοχή της οικογένειας.

-Άνδρας: πώς πέρασες;
-Γυναίκα: καλά ήτανε.

-Άνδρας; μιλήσατε με τα παιδιά για χθές;
-Γυναίκα: ά ναί, είπανε πως πορώνεσαι πολύ όταν μιλάς γι’αυτά τα πράγματα.

-Άνδρας: τους είπες πως το κάνω για να με ακούσουν;
-Γυναίκα: ναί αλλά…γίνεσαι πιεστικός και κουραστικός.

Οργισμένος ο άντρας γιατί για μιά ακόμη φορά η γυναίκα παίρνει το μέρος τρίτων, και για πολλοστή δείχνει να μήν καταλαβαίνει την ψυχολογία του άντρα και τις προθέσεις του, απαντά:

-Φαίνεται πως δέν έχετε πάρει χαμπάρι τί γίνεται εδω πέρα! Άκου εκεί να υποστηρίζει ο τάδε ότι δέν αλλάζει τίποτα, γιατί έτσι είναι η μοίρα μας, έτσι είναι οι άνθρωποι…Πόσο άθλιο ακούγεται αυτό άραγε; Είναι λογική αυτή; Είσαστε άχρηστοι! Ανίκανοι να αλλάξετε τα πράγματα. Ακόμη κι άν γίνει επανάσταση εσείς δέν μπορείτε να συμμετέχετε, γιατί δέν έχετε ιδέες πώς να χτίσετε κάτι, παρά μόνο πώς να ακολουθείτε αυτά που σας επιβάλουν οι άλλοι. Εσείς φταίτε για την κατάντια σας! Για την αρρώστια που θα μας βρεί, είστε υπεύθυνοι και θυμήσου αυτά τα λόγια γυναίκα: όταν θα γίνει το μεγάλο μακελειό, και θα χάσετε αυτά που τώρα κρατάτε και περνάτε καλά, θα αναζητάτε αυτές τις κουβέντες, αλλά δέν θα έχετε δικαίωμα να φωνάζετε. Γιατί θα είστε άξιοι της μοίρας σας. Κι ο πόνος θα είναι πολύ μεγαλύτερος για σάς παρά για μένα. Επειδή εσείς είστε ναρκωμένοι και προσκολλημένοι σ’αυτό τον τρόπο ζωής. Κι αυτή είναι η διαφορά μας. Ζούμε στον ίδιο κόσμο, αλλά εσείς δέν θέλετε να τον αλλάξετε παρα να βολευτείτε όσο γίνεται καλύτερα μέσα σε αυτόν. Πώς μπορούμε να είμαστε ίδιοι όταν εγώ θέλω να καταστρέψω αυτήν την συνήθεια και την μιζέρια που σας τρέφει και την τρέφετε;

-Γυναίκα: ώχου…πάλι τα ίδια εσύ! Όλο για αυτό μιλάς.

Ώρα φαγητού. Στο ενοικιαζόμενο σπίτι που βράζει απο τη ζέστη παραμένει ανοιχτή μιά τηλεόραση, παίζει σχεδόν συνέχεια, σάν το επιτοίχιο ρολόϊ που γυρνά αδιάκοπα, και δέν του δίνει κανείς σημασία. Και κάνει αυτό τον υπνωτικό και μερικές φορές απόκοσμο θόρυβο. Ετούτη εδώ η τηλεόραση είναι βουβή. Δέν έχει φωνή, παρα μόνο εικόνα. Η εικόνα της εναλλάσσεται ανάμεσα σε εκπομπές με εκθαμβωτικές κυρίες και διάσημα αρσενικά, σε διαφημίσεις, σε ειδήσεις φόβου και τρόμου, -Αποκαλυπτικές θα μπορούσε κάποιος να πεί-σε διαφημίσεις, σε κατσαρόλες που βράζουν σε ξένες κουζίνες, σε διαφημίσεις, σε σήριαλ υποτίθεται ρομαντικά αλλά με πλοκή που καθηλώνει τον κάθε ανυποψίαστο και αυτό το αποχαυνωτικό γαϊτανάκι συνεχίζεται επ’αόριστον, μέχρι να την κλείσεις και να την ανοίξεις πάλι. Σάν τον Χρόνο που τρέχει δίχως νόημα στην δική του ύπαρξη. Και μου έρχονται στο νού κάποιες ψαγμένες χριστιανικές φράσεις ενός φίλου. Για το Διάβολο που παίζει με το μυαλό μας, κι έχει κάνει σήριαλ τη ζωή μας, δημιουργώντας το πιο φριχτό σινεμά, που το μυαλό μας δέν μπορεί να αντιληφθεί, αλλά αυτό παίζει συνεχώς και εμφυτεύει τις εικόνες που θέλει εν αγνοία μας.
Ώρα φαγητού λοιπόν και μέσα στη μεσημεριανή παγωμάρα έρχονται κάποια αμήχανα και αναγκαστικά χαμόγελα, μπάς και σπάσουν την σιωπή.

-Άντρας: Φάε και απο αυτό το φαγητό μήν πάει χαμένο.
-Γυναίκα: Δέν μπορώ, με πονάνε τα δόντια.
Τελικά τρώει γιατί καταλαβαίνει πως πρέπει να φάει αφού είναι αρκετά αδύνατη. Βλέπει τον άντρα σκεπτικό.

-Γυναίκα: άναψες το θερμοσίφωνα; -Άνδρας: Ναί.

-Γυναίκα: θα μας φτάσει το νερό;
-Άνδρας: άν δέν φτάσει, θα το ξαναβάλουμε.

-Γυναίκα: Και στο φαγητό ακόμη, σκεπτικός είσαι.
-Άνδρας: (Σιωπή, και το βλέμμα του χάνεται στο απέναντι πιάτο με τα χθεσινά σουβλάκια).
-Γυναίκα: Γιατί να μήν μπορούμε να πούμε κάτι εκτός απο αυτά που σκέφτεσαι συνεχώς;
-Άνδρας: Σάν τί; (απαντά νευρικά)
-Γυναίκα: Δέν ξέρω, για το σπίτι ας πούμε…κάτι διαφορετικό.
-Άνδρας: Τί να πούμε; (απαντά απότομα και σηκώνει επιδεικτικά το κεφάλι και το περιστρέφει γύρω απο τους τέσσερις τοίχους του δωματίου, σάν ρομπότ, ψάχνοντας ειρωνικά να βρεί νόημα για μιά κουβέντα για το σπίτι η κάτι διαφορετικό και προφανώς ανιαρό γι’αυτόν. Ύστερα κάθεται σιωπηλά πάλι εκφράζοντας την απογοήτευσή του).

Τελειώνοντας το φαγητό, η γυναίκα πήγε για ύπνο. Ο άνδρας σταθερός στη μουσική του και στην έκφρασή του. Μετά απο κανένα σαραντάλεπτο η γυναίκα εμφανίζεται στην κουζίνα, φτιάχνει τον έτερο σύντροφό της τον καφέ -τηρώντας αυστηρά το καθημερινό πρόγραμμά της-και πηγαίνει στον καναπέ, δίνει φωνή στην τηλεόραση, για να δεί την αγαπημένη της σειρά για πολλοστή φορά που παίζεται στην τηλεόραση τα τελευταία χρόνια κατ’επανάληψη. Αφού τέλειωσε κι αυτή η σειρά σήμερα ήρθε η ώρα της δουλειάς της γυναίκας για την Κυριακή. Την πήγε ο άντρας στη δουλειά κι ύστερα αφοσιώθηκε και πάλι με την ηρεμία του στις προσωπικές ανησυχίες του, στα σκοτεινά βάσανα που γνωρίζει μόνον αυτός, μέχρι να βραδιάσει. Άλλωστε όταν δύει ο ήλιος, το μυαλό πλησιάζει όλο και πιό κοντά στην αυριανή μέρα. Τη μέρα που αρχίζει το βασανιστικό πενθήμερο της δουλειάς. Δυό τόστ για βραδυνό, όπως σχεδόν κάθε βράδυ, και ύπνος. Περιμένοντας το επόμενο διάλειμμα απο τη ρουτίνα, περιμένοντας την Παρασκευή, για να ξεκουραστεί κάπως το σώμα και να απελευθερωθεί το μυαλό.


Μέρος δεύτερο

Σάββατο απόγευμα προς βράδυ. Έχει προγραμματιστεί ψήσιμο στην αυλή μεταξύ συγγενών και φίλων. Όλα ξεκινούν στην ώρα τους. Το άναμμα της φωτιάς, οι ετοιμασίες των κρεάτων, οι κρύες μπύρες, τα νερά, το παιδί παίζει στην αυλή και όλοι ασχολούνται με αυτό. Η ζέστη δείχνει υποφερτή και όλα δείχνουν πως θα είναι μιά όμορφη βραδιά. Το ζεύγος μαζί με τους συγγενείς ξεκινούν το ψήσιμο. Αργότερα σάν βράδιασε πιά, υποδέχονται και ένα ζευγάρι φίλων. Όπου νά’ναι ξεκινά το φαγοπότι που λέμε. Και βέβαια παρέα και φαί, ποτό και κουβέντα.

-Άνδρας: ρε σύ, τί άκρη έβγαλες για αυτά τα πάνελ με τις υπέρυθρες ακτίνες;
-Άνδρας 1 : δέν συμφέρουν!

-Άνδρας: γιατί;
-Άνδρας 1 : αυτά καίνε περίπου 120 ευρώ ρεύμα το δίμηνο για 30 τ. μ. μου έχουνε πεί. Αλλά εγώ σκέφτομαι την σόμπα πέλλετ.

-Άνδρας: η σόμπα αυτή έχει απο 2 εώς και 3 χιλιάδες ευρώ. Ενώ το πάνελ για 30 τ. μ. περίπου 400. Κε με συμφέρει άν σκεφτείς οτι για την απάτη του φυσικού αερίου πληρώσαμε για τη σεζόν 1100 ευρώ.

Και η κουβέντα κυλούσε όπως κυλούσε κα η βραδιά, ήσυχα το παιδί έκανε μπάνιο και κοιμήθηκε, οι γυναίκες συζητούσαν τα δικά τους, οι άντρες το ίδιο, ώσπου η κουβέντα έφτασε γύρω απο τα οικονομικά και τις δυσκολίες του καθενός, κι ύστερα πήρε μιάν αναπάντεχη τροπή, μάλλον εκτροχιάστηκε απο τα αρχικά σχέδια των συγκεντρωμένων.

-Γυναίκα 2 : στην τάδε πόλη πουλάει ο τάδε το ψωμί 60 λεπτά, κι όχι 90 όπως εδώ.
-Άνδρας: αυτό είναι καλό, αλλά εδώ δέν μπορεί να γίνει γιατί είναι πιό μικρή η κοινωνία και το σωματείο θα σε κατηγορήσει για αθέμιτο ανταγωνισμό. Σίγουρα πάντως, θα έπρεπε να υπάρχει πλαφόν στις τιμές όλων των προϊόντων. -Άνδρας 1 : τίποτα δέν θα σου κάνει το σωματείο. Εγώ ήμουνα στο σωματείο της δουλειάς μου και έφυγα. Έφυγα γιατί είχαν θεσπίσει εξευτελιστικές τιμές που ούτε αυτοί οι ίδιοι δέν τηρούσαν. Αλλά το πρόβλημα το δημιουργεί η μαύρη εργασία. Αυτός που δέν πληρώνει ΤΕΒΕ δέν έχει γραφεία και άλλα έξοδα, μπορεί να δουλέψει για λιγότερα λεφτά, και φυσικά θα προτιμήσουν αυτόν. Πάντως συμφωνώ για το πλαφόν στα προϊόντα. -Άνδρας: και τί να κάνει αυτός τώρα που είναι άνεργος αλλά κατέχει την τέχνη της δουλειάς σου; Να μήν δουλέψει μαύρα; -Άνδρας 1 : όχι να μήν δουλέψει! Μετά δεν θά’χουμε εμείς δουλειά.
-Άνδρας: τί λές ρε σύ, και πώς θα τη βγάλει αυτός με το επίδομα ανεργίας μόνο; Φυσικά και θα δουλέψει. Αλλά το σωστότερο δέν είναι η ελεύθερη αγορά. Θα έπρεπε το κράτος κανονικά να σας μοιράζει τις δουλειές, ώστε ολοι να έχετε δουλειά. Κι όχι όπως τώρα που κάποιος βγάζει 5000 ευρώ το μήνα κι ο άλλος ζεί με επιδόματα.

Μα αυτό είναι κομμουνισμός φωνάξανε με μιά φωνή οι παρευρισκόμενοι. Κι αρχίσανε να αραδιάζουνε τις ιστορίες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Και ήσαν πεπεισμένοι οτι δέν μπορεί να γίνει στην πράξη. Μάταια κάποιος προσπαθούσε να τους πείσει για το αντίθετο κι άς μήν ήτανε κομμουνιστής. Μιλούσε για την οικονομία κι αυτοί μιλούσαν για την ελευθερία. Αλλά μήπως ξέρανε για ποιά ελευθερία μιλούσανε; Πότε την γευτήκανε άραγε;

-Γυναίκα 2: Άχ δέν μπορώ πάλι αυτή την κουβέντα, για το κράτος και την επανάσταση. (φαινότανε ενοχλημένη για μιά ακόμη φορά και με το γνωστό της ύφος, σίγουρα θα ήθελε να σταματήσει η συζήτηση πρίν κάν ξεκινήσει, καισίγουρα θα προτιμούσε να μιλήσουμε για κανένα τούρκικο σήριαλ παρά για την επανάσταση)

Οι άντρες όμως συνέχιζαν, αφού ο καθένας απο αυτούς προσπαθούσε να αποδείξει το δίκιο των απόψεών του και ειδικά για τον έναν, αυτές οι συζητήσεις ήταν βούτυρο στο ψωμί του.

-Άνδρας: δέν λέμε ότι δέν υπήρχαν προβλήματα στην κομμουνιστική θεωρία και πρακτική, αλλά όσον αφορά την οικονομία, είναι απείρως καλύτερη απο αυτή τη βαρβαρότητα που βιώνουμε τώρα.
-Άνδρας 2 : ναί αγόρι μου αλλά δέν μπορεί να γίνει. Εσένα άν σου δίναν μιά καλή δουλειά με 4000 ευρώ το μήνα, θα είχες αυτή την ιδεολογία;
-Άνδρας: ναί! πάλι ο ίδιος θα ήμουνα. Μπορεί να ζούσα καλύτερα, αλλά πάλι τα ίδια θα έλεγα. Γιατί η επανάσταση γίνεται πρώτα μέσα σου και είναι θέμα αρχών και συνείδησης, όχι μόνο συγκυριών.

-Άνδρας 2 : όχι δέν θα ήσουν ο ίδιος! (συνεπικουρούμενος κι απο τη γυναίκα του…)
-Άνδρας: μα πώς το ξέρεις; Πώς το ξέρετε αυτό, επειδή το λέτε εσείς;

-Άνδρας 2 : έ το ξέρουμε…(συνεπικουρούμενος κι απο τη γυναίκα του…)Εγώ εν τω μεταξύ, δέν βλέπω και καμμιά κρίση.
-Άνδρας: αυτό πέστο σ’αυτούς που αυτοκτονούν.

-Άνδρας 2 : γιατί πρίν δέν αυτοκτονούσαν; Kαι πρίν δούλευες χωρίς ένσημα, ενώ τώρα δουλεύεις με ένσημα. Και το μεροκάματό σου τότε δέν ήταν και πολύ καλό.
-Άνδρας: το μεροκάματό μου πρίν 7 χρόνια ήτανε 40 ευρώ. Τώρα 30. Τώρα δουλεύω με ένσημα λόγω προγράμματος ΟΑΕΔ, 9 ώρες το λιγότερο, χωρίς άδειες επιδόματα και δώρα. Τα ενοίκια είναι ανεβασμένα, όπως και τα περισσότερα προϊόντα. Και εκεί που ψωνίζαμε πέντε πράγματα, τώρα σκεφτόμαστε και το ένα. Για να μήν μιλήσουμε για τα καύσιμα. Και για ό, τι μας ετοιμάζουν.

-Άνδρας 2 : δέν ξέρω, εγώ πάντως απο ότι έχω ακούσει απο παλιότερους με τη χούντα ήταν καλύτερα. Ο κόσμος είχε λεφτά, δουλειές, κρίση δέν υπήρχε και όλους τους δρόμους ποιός νομίζεις ότι τους έφτιαξε;

Με μιά φωνή τον κράξανε οι παρευρισκόμενοι, που φυσικά ταρακούνησε την ευαίσθητη δημοκρατική συνείδησή τους. Και μέσα στην γενική αναμπουμπούλα και στην χαμό της συζήτησης, έρχεται μιά πρόταση για την αντιμετώπιση της επερχόμενης μελλοντικής οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης:

-Γυναίκα 1 : εγώ πάντως θα πώ στο παιδί μου ότι εφόσον είναι αρτιμελής να πάει να δουλέψει οπουδήποτε.

Κι αφού η κουβέντα παρατράβηξε πάλι, κι ήτανε ώρα να σχολάσει το πανηγύρι, έπρεπε να δοθεί ένας επίλογος.

-Άνδρας: κοίτα, για να τελειώνουμε πρέπει να σου ξεκαθαρίσω πως εγώ πιστεύω πως υπάρχουν άνθρωποι στην κοινωνία, που δέν πρέπει να ζούν. Και θα επιθυμούσα όσο τίποτε άλλο να τους εξαφανίσω.
-Άνδρας 1 : και ποιός θα το κρίνει αυτό; Ποιός πρέπει να ζεί και ποιός όχι; Κοίτα να τους τιμωρήσεις έχεις δικαίωμα, όχι όμως να τους σκοτώσεις. Το να αφαιρείς ζωή είναι έγκλημα.
-Άνδρας: εγώ θα το κρίνω αυτό, όπως έκριναν αυτοί για μένα, χωρίς εμένα. Αλήθεια, εσύ που μιλάς για τη ζωή και το έγκλημα φαντάρος δέν πήγες; Δέν κράτησες όπλο; Δέν θα πολεμούσες, να σκοτώσεις τον εχθρό; Έτσι και μπάινανε στο σπίτι σου να βιάσουν τη γυναίκα σου και το παιδί σου, τί θα έκανες; Άν δέν υπήρχε καμμία δικαιοσύνη να σε υποστηρίξει;

-Άνδρας 1 : τέλος πάντων, εγώ δέν ενδιαφέρομαι τόσο φανατικά να αλλάξω τα πράγματα. Έχω τις δικές μου αντιλήψεις.
-Άνδρας: εντάξει λοιπόν στην υγειά σας! Εύχομαι να πάρετε όλοι στο μέλλον 200 ευρώ(είπε ειρωνικά και με σκοπό)

Και κάπου εκεί όλα τελείωσαν. Τα ζευγάρια αλληλοκαληνυχτήθηκαν και δώσανε ραντεβού στην επόμενη μάζωξη.




Σημ.-οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις, είναι μάλλον αναληθής

ΑΝΩΝΥΜΟς & ΜΑΥΡΗ ΛΙΣΤΑ
Related Labels: ,

Δεν υπάρχουν σχόλια for: "Περιμένοντας την Παρασκευή"


Leave a Reply

More Latest